panic stricken - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

panic stricken - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Stricken (movie); Stricken (disambiguation); Stricken (film)

panic stricken      
πανικόβλητος
πανικόβλητος      
panic-stricken, panicky

Ορισμός

Stricken
·- of Strike.
II. Stricken ·noun Worn out; far gone; advanced. ·see Strike, ·vt, 21.
III. Stricken ·p.p. & ·adj Struck; smitten; wounded; as, the stricken deer.
IV. Stricken ·vt Whole; entire;
- said of the hour as marked by the striking of a clock.

Βικιπαίδεια

Stricken

Stricken may refer to:

  • "Stricken" (song), a 2005 song by Disturbed
  • Stricken (2010 film), a 2010 American film directed by Matthew Sconce
  • Stricken (2009 film), a 2009 Dutch drama film
  • "Stricken", when a warship's name is removed from a country's Navy List
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για panic stricken
1. Simply, the Tories are now in panic–stricken disarray.
2. TV newscasts have been showing panic–stricken children.
3. Panic–stricken people ran for shelter after the bomb blasts.
4. Panic–stricken people left their homes during the tremors.
5. I was frantic, panic–stricken, not to mention angry." Scroll down for more...